ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ
Τα γράμματα τα γράφει ο παππούς του Κώστα του Αρβανίτη (Γιός του Δημητρίου Αρβανίτη (Κοζάκου) στον Δημόπουλο Γεώργιο αδελφό της Γιαγιάς του της Βασίλως στο Σικάγο.
Μέσα από αυτά μπορεί κάποιος να διακρίνει πως ήταν η ζωή στο χωριό μας τα δύσκολα χρόνια του 1923-28 όπου και αναφέρονται τα γράμματα.
ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΓΡΑΜΜΑ
Προτότυπο
ΤΣΕΚ ΑΠΟ ΑΜΕΡΙΚΗ ΤΣΕΚ_ΑΜΕΡΙΚΗΣ
|
Εν Ρογκώζιαινα της 26/8/1923
Αγαπιτέ μας αδαιλφέ Γιώργη, χέραι και υγίεναι, ημείς δε άπαντες δώξα τω θεώ ήμεθα καλλά. Έχω να σου αναγκείλω ευχάριστον γεγωνός, δια τον εξαδαιλφόν μας Γεώργιον Ν. Δημόπουλον, τον Τωλό, τον βασανισμένον, είτω αιχμάλωτος, και είρθαι στην Αθήνα, όπου χθές το βράδι είχαμαι και γράμα από τον ίδιον- καθώς και από τα εξαδαίλφια μου Αδαιλφούς Αρβανίτη_ Επίσης εμάθαμαι από Καλυβιώτην αιχμάλωτον, τον Κων/νον Καράγιανην του Αναγνώστη ο οποίος είρθαι στο χοριό του, ότι είρθε μαζύ με τον Γεώργιον Λουριδάν εις Αθήνας. Αυτά γνωρίζω, διαυτούς δια δε τον Βαγκέλη, γράφει ο Τωλός, ότι πέρσι, είταν μαζύ αιχμάλωτοι. Ακώμη όμως αυτός δεν εφάνη. Λοιπόν, Γιώργη, τι μου γίνεσαι και πώς τα περνάς. Πώς παν η δουλιές σου, άργισες να μας γράψεις διατί μήπως εστενοχωρίθεις δια τα $ όπου τα χάλασα εις χαμιλήν τιμήν, εγώ βεβαίως εβιάστικα εδώ, και έχασα και εστενοχωρίθην ο ίδιος ούκ ολίγον, αλλά εσύ μην στενοχωρείσαι, ημείς δε, ήμεθα πολύ ευχαριστιμένοι εκ μέρους σου, και κάθε βράδι, και κάθε ημέρα λέμαι για σένα, και κάνουμαι το σταυρό μας σ’το θεό να σε φιλάϊ όπου και εάν είσαι υγιή. Έχεις αληλωγραφία με τους δικού μου? Τα πράγματα μάθαι ανεβίκαν πάλιν και πλισιάζουν τας πρώτας των τιμάς. Δια ετούτο, και διότι και η μάνα μου μου έγραψε να μη βιαστώ για σπίτη το αναβάλαμαι για το ερχώμενον έτος_ να συμάσουμαι και υλικόν. Αδαιλφέ, επιδή γνωρίζεις τον γέρον, καλόν είναι όπωτε θέλεις να στίλεις λεπτά του Θανάσι, να του τα στέλνεις πολύ κριφά χωρίς άλλος κανείς να ξέρει τίποτα εκτός εσείς οι 2. Τούτο σου το γράφω διότι ο Θανάσης φρωνίμως σκεπτώμενος είχε δώση τα λεπτά του γέρου, δια να μην παραξιγιθεί ως υιός προς πατέρα. Ο πατέρας, του δίδει τώρα αλλά με πολύ μεγάλην εικωνομίαν_ και με δισκωλίαν σχεδόν. Ο Μήτσος τα 200$ τα έλαβαι. Σε υπερευχαριστεί λέγει. Γένειμα έως ώραν εκάμαμαι 18 κοιλά εμείς, και 32 οι δικοί μας γέροι. Το ώψιμο στο Κεφαλώβρισο δεν το θερίσαμαι ακώμη. Υπολωγίζω όμως, ότι 9 κοιλά θα παν οι γέροι, και 6 εμείς_ ήτοι 40-41 εκίνοι, και 23-24 εμείς. Εμείς δεν πιστεύω να αγωράσουμαι 2 όπου ήμεθα, οι γέροι μας είσως. Τι γίνουνται Γιώργη, ο Σπύρος η Σπύρενα, ο Λιάς και η Λιού. Είναι όλοι καλά? Χερετίσματα, από πατέρα, μητέρα, Βασίλω, Αφρούδο, Θανάσι και Βαγκέλη. Αδαιλφέ, δια το καλόν όλων μας θέλω να γνωρίζεις ένα πράγμα. Ότι ο κώσμος εις τον οποίον απωστέλνεις χρήματα πρέπει να ψηχολωγείται. Πολλές φωρές έστιλες λεπτά εδώ σε ανθρώπους αχάριστους, εντελώς αχάριστους. Είχες την ελπίδα ότι θα είναι άνθρωποι να σου το γνωρίζουν, αλλά εκίνοι τουναντίον ούτε ένα ευχαριστώ δεν είπαν στον πατέρα. Να τους στέλνεις όμως ζητούν και θέλουν. Η θειά μας η Ρουμπίτσα προ ημερών εβγήκαι προς εύρεσιν γραμτικού, όπως σου γράψει να τις στίλεις χρήματα. Θα σε παρακαλαίσω να αφίσεις τας γεναιωδορίας σου αυτάς στην μπάντα, και να κιτάξεις δουλίτσα σου, και το σπίτη σου. Βεβαίως δεν αντιλέγω ούτε σε κατακρίνω διόλου δια να βωηθίσεις έναν πτωχόν άνθρωπον, μάλιστα σε παροτρείνω και επαινώ, αλλά σε άνθρωπον που να γνωρίζει το καλόν και να πιάνει τώπο, διότι ο Ρούμπος δεν διστιχεί σύμερα, αλλά περνάϊ αναλόγως την ημέρα του, ενώ ο φουκαράς ο Πανάγος, έχει καταχρεωθεί, και ο Δημίτρης, κάθε χρώνο δε, θέλουν από 2-3000 δραχ. Έκαστος για να αγωράσουν ψωμή να φαν. Ο Ρούμπος φέτω ούτε στο αλώνι του δεν μας άφισαι να αλωνίσουμαι, χωρίς αιτία καμία, κάποια ημέρα δε, του ζητίγαμαι το μουλάρι του, και μας είπε να πάϊ να του θερίση η Αφρούδο μια ημέρα. Ο γαμβρός σου. Σε φιλώ. Κ.Δ. ΑρβανίτηςRead more hidden text |
ΓΡΑΜΜΑ 2
Ρεγκώζιαινα τη 8 Νοεμβρίου 1924
Αγαπιτέ μου αδαιλφέ Γιώργη, χέραι και υγίεναι, καθώς και ημείς δώξα τω θεώ.
Έχω –η αλήθεια- πολύ καιρόν να σου γράψω, και ούται βεβαίως από αμέλιαν ή άλλο τι, αλλά κυρίως διότι φέτω δεν εστάθηκα καθώλου, από εργασίας του σπιτιού και.λ.π.
Παρ’όλλα ταύτα όμως δεν αξιοθήκαμαι πάλιν και φέτω να το φτιάσουμαι θέλεις διότι μας φενώνταν και οι μαστόροι ακριβοί ή και διότι επιγέναμαι με την ελπίδα μήπως φτινίνουν καμιά στάλα και τα πράγματα, τα οποία όμως όχι μώνον δεν εφτίνιναν αλλά και ανεβίκαν ακώμη.
Εμείναμαι τέλος πάντων δια την ερχώμενην άνοιξη και θα ιδούμαι.
Λοιπόν, πώς περνάς αδαιλφέ, και τι σκέπτεσαι με τα πράγματα καθώς πιγαίνουν.
Μη βιαζώσασται να’ρθήται κάτου, διότι η κατάστασις δεν άλαξαι και πολύ από πρώτα.
Εάν σκέπτεσαι να παντρευτείς ευτού δεν σε αδικώ και τώσο, διότι και άνθρωπος της ηλικίας είσαι πλέον και αρκετάς υποχρεώσεις εξεπλίρωσες. Να κιτάξεις όμως να βρης μια γυναίκα να σου ταιριάζει, και βεβαίως να πάρεις και κάτι τι, αναλόγως και της ιδικής σου θέσεως (και υπουργείου οικονομικών) (let) me George.
Μάθαι αδαιλφέ ότι προ ημερών από λίγο να χάσουμε το μουλαράκι που είχε ψωνίσει ο γέρος με το Θανάση στο πανιγίρη του Μυστρά. Κάτι θα έτιχε να φάϊ που το βλαψε και εστουμπάκιασαι, άρχισαι δε να φουσκώνει, και να μην ενεργιέται. Το πύραμαι με το Μήτσιο και πύγαμαι απβραδις στο Γεωργίτση, και ολονικτίς με την Βασίλω αργώτερα στην Καστανιά. Κάπιος άνθρωπος καλός εβρέθη εκεί και το γλιτώσαμαι, αλλά ακώμη όμως είναι αδύνατο, διότι υπώφεραι. Ο Θανάσης είτω ολίγο κακοδιάθετος από ημέραις και αναγκάσθη ο Μήτσιος να πάϊ κανά 2 φορές μέσα, τώρα όμως επήραι καλίτερα και από το σχολείο δεν έλειψε παρά 2-3 ημέραις μοναχά.
Η Αγκέλω είναι καλλά, αλλά καθώς ξέρεις δεν δύναται να λισμωνίσει ακώμη την Αφρούδο. Στενοχωρείται ολίγο. Τίποτις δεν τους παριγορεί περισότερο τους γέρους από τα δικά σου γράματα, τα οποία και εσύ δεν αδιάζεις να κάνεις ολοένα αλλά όπωτε ημπορείς. Ο Μικρός Χαραλαμπάκος ή Κούτσικοςπυγαίνει στο ελληνικό στο Γιωργίτση φέτω- Τάξις Α. ο Μήτσιος εμπήκαι στο λιουτρουβιό, διότι φέτω είναι λαδιά και θα ντις πάρει καμιά 40-50 ακάδες λάδι για μισό μερτικό.
Έφκιασε εντελώς σχεδόν το σπίτη της η Αποστολού-η Αθηνιά. Όταν την ερώτισα να λογαριάσει καλλά και να μου πη πώσο της εκόστισε για όλλα μου είπε έως 36-37 χιλιάδες δραχ.
Οποία διαφορά Γιώργη ε! Από 3 και 4 χιλιάδες που έφτιανες ένα σπίτι μια φορά, (και όταν είσουν ακώμη εσύ εδωκάτου πιο πολύ λιγώτερο), σύμερα εδεκαπλασιάσθισαν, εικοσαπλασιάσθισαν, και μερικά είδη ακώμη εκατονταπλασιάσθισαν.
Εμείς έως την ώρα για ξηλεία, πριονάδες, καλάμια, χορίγη κ.λ.π. έχουμαι εξοδεύση έως 13 χιλλιάδες. Υπολογίζω ότι για τον τείχο, κεραμίδια, τάβλες, μαραγκούς, ………. κ.λ.π. θα μας παν άλλες 20 χιλιάδες το λιγώτερο. Εγώ εξώδευσα και πολλά λεπτά Γιώργη, διότι είρθα και βρήκα σπίτη αδιανό, και μέχρι σύμερα ακώμη εξοδεύω, διότι για να γεμίσεις ένα σπίτη και να πάρεις ότι σου χριάζουνται δεν βρίσκεις άκρη πωτέ.
Τά νέα του χωριού μας.